Επικαλούμαι στα ουκρανικά
Μετάφραση: επικαλούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
накладні, викликати, спричиняти, викликатиме
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικαλούμαι
επικαλούμαι αρχικοι χρονοι, επικαλούμαι ορισμος, επικαλούμαι μετάφραση, επικαλούμαι ανύπαρκτους κινδύνους, επικαλούμαι ετυμολογία, επικαλούμαι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, επικαλούμαι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- επικίνδυνα στα ουκρανικά - небезпечно, небезпечне, небезпечним, небезпечний, небезпечна
- επικίνδυνος στα ουκρανικά - ризикований, небезпечний, небезпечно, небезпечне, небезпечним, небезпечна
- επικαλύπτω στα ουκρανικά - перекривати, простирати, випрати, простягати, поширювати, простягну
- επικείμενος στα ουκρανικά - неминучий, неминуче, неминуча
Τυχαίες λέξεις
Επικαλούμαι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: накладні, викликати, спричиняти, викликатиме
Μεταφράσεις: накладні, викликати, спричиняти, викликатиме