Σκιερός στα δανικά
Μετάφραση: σκιερός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
lyssky
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκιερός
σκιερόσ κήποσ, σκιερός συνώνυμο, σκιερός λεξικό γλώσσας δανικά, σκιερός στα δανικά
Μεταφράσεις
- σκιαγράφηση στα δανικά - afgrænsning, afgrænsningen
- σκιαγραφώ στα δανικά - skitse, omrids, oversigt, skitsere, kontur
- σκιώδης στα δανικά - skyggeagtige, skyggefulde, dunkle, skyggetilværelse, skyggefuld
- σκλάβος στα δανικά - slave, slaven, træl
Τυχαίες λέξεις
Σκιερός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: lyssky
Μεταφράσεις: lyssky