Σκιερός στα σουηδικά
Μετάφραση: σκιερός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lummiga
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκιερός
σκιερόσ κήποσ, σκιερός συνώνυμο, σκιερός λεξικό γλώσσας σουηδικά, σκιερός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- σκιαγράφηση στα σουηδικά - utkast, skissera, skiss, resumé, kontur, delineation, avgränsning, ...
- σκιαγραφώ στα σουηδικά - kontur, översikten, disposition, skissera, konturerna
- σκιώδης στα σουηδικά - skugg, skuggiga, skuggig, skuggigt, skumma
- σκλάβος στα σουηδικά - slav, slaven, slave, slav-
Τυχαίες λέξεις
Σκιερός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: lummiga
Μεταφράσεις: lummiga