Σκιερός στα εσθονικά

Μετάφραση: σκιερός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
varjuline, varjukas
Σκιερός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκιερός

σκιερόσ κήποσ, σκιερός συνώνυμο, σκιερός λεξικό γλώσσας εσθονικά, σκιερός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • σκιαγράφηση στα εσθονικά - piiritlemine, piiritlemist, piiritlemiseks, piiritlemise, piiritlemisel
  • σκιαγραφώ στα εσθονικά - selgepiiriline, piiritlema, kontuur, ülevaade, ülevaate, üldjoontes, piirjooned
  • σκιώδης στα εσθονικά - varjuline, hämar, varjus olevat, varjulises, varjuarmeed
  • σκλάβος στα εσθονικά - ori, slave, alluv, orja, alam
Τυχαίες λέξεις
Σκιερός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: varjuline, varjukas