Σκιερός στα τούρκικα
Μετάφραση: σκιερός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şüpheli, gölgeli, Alıngan, gölgelik
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκιερός
σκιερόσ κήποσ, σκιερός συνώνυμο, σκιερός λεξικό γλώσσας τούρκικα, σκιερός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- σκιαγράφηση στα τούρκικα - çizmek, tarif, betimlemesi, delineation, ayrımın, iler betimlenmesine olanak tanıdı
- σκιαγραφώ στα τούρκικα - çizmek, taslak, anahat, ana hatları, hatları, çerçeve
- σκιώδης στα τούρκικα - gölgeli, karanlık, belirsiz, şaibeli, gölgeli bir
- σκλάβος στα τούρκικα - köle, slave, bağımlı, kölesi, ikincil
Τυχαίες λέξεις
Σκιερός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şüpheli, gölgeli, Alıngan, gölgelik
Μεταφράσεις: şüpheli, gölgeli, Alıngan, gölgelik