Αξιόπιστος στα εσθονικά
Μετάφραση: αξιόπιστος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
usaldusväärne, usaldusväärsed, usaldusväärset, usaldusväärse, usaldusväärseid
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιόπιστος
αξιόπιστος μετάφραση, αξιόπιστος συνώνυμα, αξιόπιστος συναγερμός, αξιόπιστος in english, αξιόπιστος αγγλικα, αξιόπιστος λεξικό γλώσσας εσθονικά, αξιόπιστος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αξιωματικός στα εσθονικά - ametiisik, ohvitser, ametlik, ametnik, käsutaja, ametniku, käsutajale
- αξιόλογος στα εσθονικά - märkimisväärne, mahukas, kaalukas, tähelepanuväärne, märkimisväärset, märkimisväärseid, märkimisväärsed
- αξονικός στα εσθονικά - aksiaalne, teljesuunaline, teljesihilise, axial, aksiaalse
- απάγω στα εσθονικά - röövima, sebima, vispel, lipsama, sagima, lennutama
Τυχαίες λέξεις
Αξιόπιστος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: usaldusväärne, usaldusväärsed, usaldusväärset, usaldusväärse, usaldusväärseid
Μεταφράσεις: usaldusväärne, usaldusväärsed, usaldusväärset, usaldusväärse, usaldusväärseid