Αξιόπιστος στα σουηδικά
Μετάφραση: αξιόπιστος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tillförlitlig, pålitlig, tillförlitliga, tillförlitligt, pålitliga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αξιόπιστος
αξιόπιστος μετάφραση, αξιόπιστος συνώνυμα, αξιόπιστος συναγερμός, αξιόπιστος in english, αξιόπιστος αγγλικα, αξιόπιστος λεξικό γλώσσας σουηδικά, αξιόπιστος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αξιωματικός στα σουηδικά - officiell, officer, tjänsteman, polis, utanordnaren, officeren, kommenderar
- αξιόλογος στα σουηδικά - betydlig, avsevärd, betydande, ansenlig, fast, stadig, gedigen, ...
- αξονικός στα σουηδικά - axial, axiell, axiella, axiellt, axel
- απάγω στα σουηδικά - visp, vispa, vispen, whisk
Τυχαίες λέξεις
Αξιόπιστος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: tillförlitlig, pålitlig, tillförlitliga, tillförlitligt, pålitliga
Μεταφράσεις: tillförlitlig, pålitlig, tillförlitliga, tillförlitligt, pålitliga