Αξιόπιστος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αξιόπιστος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
seguro, relevância, são, confiável, fiável, confiança, confiáveis, fiáveis
Αξιόπιστος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιόπιστος

αξιόπιστος μετάφραση, αξιόπιστος συνώνυμα, αξιόπιστος συναγερμός, αξιόπιστος in english, αξιόπιστος αγγλικα, αξιόπιστος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αξιόπιστος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αξιωματικός στα πορτογαλικά - escritório, polícia, empregado, oficial, funcionário, policial, gestor, ...
  • αξιόλογος στα πορτογαλικά - considerável, sólido, notável, notáveis, destaca, digno de nota
  • αξονικός στα πορτογαλικά - axial, axiais, axial de
  • απάγω στα πορτογαλικά - raptar, sequestrar, sequestre, sacudidela, batedor, do whisk, whisk o, ...
Τυχαίες λέξεις
Αξιόπιστος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: seguro, relevância, são, confiável, fiável, confiança, confiáveis, fiáveis