Αξιόπιστος στα ουκρανικά

Μετάφραση: αξιόπιστος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
міцність, тривкість, надійний, достовірність, вірогідність, надійне, найнадійніший, надійніший, надійна
Αξιόπιστος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αξιόπιστος

αξιόπιστος μετάφραση, αξιόπιστος συνώνυμα, αξιόπιστος συναγερμός, αξιόπιστος in english, αξιόπιστος αγγλικα, αξιόπιστος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αξιόπιστος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αξιωματικός στα ουκρανικά - урядовець, офіційний, посадовий, самоочевидний, службовець, офіцер, чиновник, ...
  • αξιόλογος στα ουκρανικά - значний, заможний, чималий, поживний, суттєвий, реальний, помітний, ...
  • αξονικός στα ουκρανικά - аксіальна, аксіальне, осьовий, аксіальний, осьової, осьовій, осьового, ...
  • απάγω στα ουκρανικά - викрадати, викрасти, відводити, викрадіть, красти, прошмигнути, шмигнути
Τυχαίες λέξεις
Αξιόπιστος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: міцність, тривкість, надійний, достовірність, вірогідність, надійне, найнадійніший, надійніший, надійна