Απαγορευμένο στα εσθονικά

Μετάφραση: απαγορευμένο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
keeldsõna, tabu, tabusõna, keelatud, on keelatud, keelata, keelanud
Απαγορευμένο στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγορευμένο

απαγορευμένο βίντεο ελληνίδας τραγουδίστριας σε ξενοδοχείο, απαγορευμένο τσαλίκης, απαγορευμένο 2, απαγορευμένο βίντεο της μενεγάκη, απαγορευμένο στίχοι, απαγορευμένο λεξικό γλώσσας εσθονικά, απαγορευμένο στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • απαίσιος στα εσθονικά - ropp, viga, kohutav, jõle, reostama, õudne, lehkav, ...
  • απαίτηση στα εσθονικά - nõue, nõudlus, nõuet, nõude, nõudest
  • απαγορεύω στα εσθονικά - keeld, keelama, keelustama, keelata, keelavad, keela, hoidku
  • απαγχονίζω στα εσθονικά - rippuma, riputama, kaak, poom, võllasse pooma, võllas
Τυχαίες λέξεις
Απαγορευμένο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: keeldsõna, tabu, tabusõna, keelatud, on keelatud, keelata, keelanud