Απαγορευμένο στα λιθουανικά

Μετάφραση: απαγορευμένο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tabu, draudžiamas, draudžiama, Uždraudė, uždrausta, draudžiami
Απαγορευμένο στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγορευμένο

απαγορευμένο βίντεο ελληνίδας τραγουδίστριας σε ξενοδοχείο, απαγορευμένο τσαλίκης, απαγορευμένο 2, απαγορευμένο βίντεο της μενεγάκη, απαγορευμένο στίχοι, απαγορευμένο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, απαγορευμένο στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • απαίσιος στα λιθουανικά - siaubingas, baisus, bauda, dvokiantis, Dvokianti, dvokus, Maudytis pinigų
  • απαίτηση στα λιθουανικά - paklausa, poreikis, reikalavimas, reikalauti, reikalavimo, reikalavimą, reikalavimai
  • απαγορεύω στα λιθουανικά - drausti, uždrausti, draudžia, neduok, Jokiu
  • απαγχονίζω στα λιθουανικά - kartuvės, išstatyti pajuokai, karti, Apsmiet, išstatyti paniekai
Τυχαίες λέξεις
Απαγορευμένο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tabu, draudžiamas, draudžiama, Uždraudė, uždrausta, draudžiami