Απαγορευμένο στα τούρκικα
Μετάφραση: απαγορευμένο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yasak, yasaktır, yasaklanmıştır, yasaklanmış, haram
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαγορευμένο
απαγορευμένο βίντεο ελληνίδας τραγουδίστριας σε ξενοδοχείο, απαγορευμένο τσαλίκης, απαγορευμένο 2, απαγορευμένο βίντεο της μενεγάκη, απαγορευμένο στίχοι, απαγορευμένο λεξικό γλώσσας τούρκικα, απαγορευμένο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- απαίσιος στα τούρκικα - korkunç, dehşetli, iğrenç, çirkin, pis kokulu, kokuşmuş, kokuşmuş bir, ...
- απαίτηση στα τούρκικα - istek, istemek, ihtiyaç, talep, gereklilik, gereksinimi, gereksinim, ...
- απαγορεύω στα τούρκικα - yasaklamak, yasak, önlemek, engellemek, korusun, yasaklıyorum, yasakladı
- απαγχονίζω στα τούρκικα - darağacı, gibbet, kollu, -kollu, rezil etmek
Τυχαίες λέξεις
Απαγορευμένο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yasak, yasaktır, yasaklanmıştır, yasaklanmış, haram
Μεταφράσεις: yasak, yasaktır, yasaklanmıştır, yasaklanmış, haram