Βοηθός στα εσθονικά

Μετάφραση: βοηθός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
aitama, assistent, abi, abiline, assistendi, assistendina
Βοηθός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοηθός

βοηθός νοσηλευτικής γενικής νοσηλείας, βοηθός λογιστή, βοηθός φαρμακείου, βοηθός φυσικοθεραπείας, βοηθός νοσηλευτικής τραυματολογίας, βοηθός λεξικό γλώσσας εσθονικά, βοηθός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • βοήθημα στα εσθονικά - abi, abistama, toetuse, toetust, riigiabi, toetus
  • βοηθητικός στα εσθονικά - abiline, lisa-, abi-, lisateenused, abiteenistujate, abistava
  • βοηθώ στα εσθονικά - abi, abistama, aitama, aidata, aitavad, aitab
  • βολή στα εσθονικά - heitma, lahas, löök, lask, shot, tulistas, haavlid
Τυχαίες λέξεις
Βοηθός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: aitama, assistent, abi, abiline, assistendi, assistendina