Διέξοδος στα εσθονικά
Μετάφραση: διέξοδος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
väljalaskeava, seinakontakt, pistikupesa, väljund, pistikupessa, seinakontakti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διέξοδος
διέξοδος μαρκόπουλο, διέξοδος από την κατάθλιψη, διέξοδος καστοριά, διέξοδος ταινια, διέξοδος in english, διέξοδος λεξικό γλώσσας εσθονικά, διέξοδος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- διέγερση στα εσθονικά - edendamine, stimuleerimine, ergutamine, erutus, stimulatsiooni, stimulatsioon, stimuleerimist, ...
- διένεξη στα εσθονικά - sõnasõda, vaidlema, vaidlustama, vaidlus, vaidluse, vaidluste, vaidlust, ...
- διέπω στα εσθονικά - valitsema, diepo
- διήθηση στα εσθονικά - filtreerimine, filtreerimise, filtrimise, filtreerimisega, filtreerimist
Τυχαίες λέξεις
Διέξοδος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: väljalaskeava, seinakontakt, pistikupesa, väljund, pistikupessa, seinakontakti
Μεταφράσεις: väljalaskeava, seinakontakt, pistikupesa, väljund, pistikupessa, seinakontakti