Διέξοδος στα τσεχικά
Μετάφραση: διέξοδος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
otevření, odtok, výpust, odpad, díra, východisko, výfuk, odbytiště, otvor, východ, odvod, výstupní, výstup
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διέξοδος
διέξοδος μαρκόπουλο, διέξοδος από την κατάθλιψη, διέξοδος καστοριά, διέξοδος ταινια, διέξοδος in english, διέξοδος λεξικό γλώσσας τσεχικά, διέξοδος στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- διέγερση στα τσεχικά - stimulace, podráždění, dráždění, buzení, podrážděnost, rozechvění, vzrušení, ...
- διένεξη στα τσεχικά - debata, popírat, diskutovat, spor, debatovat, polemika, hádka, ...
- διέπω στα τσεχικά - ovládnout, určovat, vládnout, spravovat, ovládat, řídit, panovat, ...
- διήθηση στα τσεχικά - cezení, filtrování, filtrace, filtrační, filtraci, filtrací, filtračního
Τυχαίες λέξεις
Διέξοδος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: otevření, odtok, výpust, odpad, díra, východisko, výfuk, odbytiště, otvor, východ, odvod, výstupní, výstup
Μεταφράσεις: otevření, odtok, výpust, odpad, díra, východisko, výfuk, odbytiště, otvor, východ, odvod, výstupní, výstup