Διέξοδος στα λιθουανικά
Μετάφραση: διέξοδος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vulkanas, ugnikalnis, anga, išėjimas, išleidimo, lizdas, lizdo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διέξοδος
διέξοδος μαρκόπουλο, διέξοδος από την κατάθλιψη, διέξοδος καστοριά, διέξοδος ταινια, διέξοδος in english, διέξοδος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διέξοδος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διέγερση στα λιθουανικά - susijaudinimas, stimuliavimas, stimuliacija, skatinimas, stimuliacijos, stimuliavimo
- διένεξη στα λιθουανικά - prieštaravimas, konfliktas, ginčas, ginčų, ginčo, ginčą, ginčai
- διέπω στα λιθουανικά - viešpatauti, valdyti, diepo
- διήθηση στα λιθουανικά - filtravimas, filtravimo, filtracijos, filtracija, filtravimą
Τυχαίες λέξεις
Διέξοδος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vulkanas, ugnikalnis, anga, išėjimas, išleidimo, lizdas, lizdo
Μεταφράσεις: vulkanas, ugnikalnis, anga, išėjimas, išleidimo, lizdas, lizdo