Διέξοδος στα σουηδικά

Μετάφραση: διέξοδος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
avlopp, utlopp, utlopps, utloppet, uttaget, Outlet
Διέξοδος στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διέξοδος

διέξοδος μαρκόπουλο, διέξοδος από την κατάθλιψη, διέξοδος καστοριά, διέξοδος ταινια, διέξοδος in english, διέξοδος λεξικό γλώσσας σουηδικά, διέξοδος στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διέγερση στα σουηδικά - upphetsning, uppståndelse, sinnesrörelse, stimulering, stimulans, stimuleringen, stimulerings
  • διένεξη στα σουηδικά - diskutera, tvist, gräl, gräla, träta, konflikt, strid, ...
  • διέπω στα σουηδικά - regera, styra, diepo
  • διήθηση στα σουηδικά - filtrering, filtrerings, filtreringen, filter
Τυχαίες λέξεις
Διέξοδος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: avlopp, utlopp, utlopps, utloppet, uttaget, Outlet