Επιμήκυνση στα εσθονικά
Μετάφραση: επιμήκυνση, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
pikendamine, venitamine, pikendus, pikenemine, venivus, katkevenivus
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επιμήκυνση
επιμήκυνση διδακτικού έτους, επιμήκυνση πέους απλά με kegel, επιμήκυνση σχολικού έτους, επιμήκυνση χρέους, επιμήκυνση αντίθετο, επιμήκυνση λεξικό γλώσσας εσθονικά, επιμήκυνση στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- επιμένω στα εσθονικά - nõudma, nõuda, nõuavad
- επιμήκης στα εσθονικά - pikergune, piklik, väljavenitatud, piklikud, pikliku, pikergused, pikergust
- επιμελής στα εσθονικά - püüdlik, hoolas, ülipüüdlik, järjekindel, pühendunud, usin, hoolika, ...
- επιμελούμαι στα εσθονικά - toimetama, teenindama, redigeerima, talitama, kalduma, epimeloumai
Τυχαίες λέξεις
Επιμήκυνση στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: pikendamine, venitamine, pikendus, pikenemine, venivus, katkevenivus
Μεταφράσεις: pikendamine, venitamine, pikendus, pikenemine, venivus, katkevenivus