Επιμήκυνση στα λευκορωσικά

Μετάφραση: επιμήκυνση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падаўжэнне, падоўжаньня
Επιμήκυνση στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμήκυνση

επιμήκυνση διδακτικού έτους, επιμήκυνση πέους απλά με kegel, επιμήκυνση σχολικού έτους, επιμήκυνση χρέους, επιμήκυνση αντίθετο, επιμήκυνση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επιμήκυνση στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • επιμένω στα λευκορωσικά - настойваць
  • επιμήκης στα λευκορωσικά - даўгаваты, прадаўгаваты, прадаўгаватую, падоўжаны, прылаўку прадаўгаватую
  • επιμελής στα λευκορωσικά - старанны, руплівы, дагодлівы
  • επιμελούμαι στα λευκορωσικά - падымаццa, epimeloumai
Τυχαίες λέξεις
Επιμήκυνση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: падаўжэнне, падоўжаньня