Επιμήκυνση στα ισπανικά

Μετάφραση: επιμήκυνση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
elongación, alargamiento, de elongación, el alargamiento, de alargamiento
Επιμήκυνση στα ισπανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επιμήκυνση

επιμήκυνση διδακτικού έτους, επιμήκυνση πέους απλά με kegel, επιμήκυνση σχολικού έτους, επιμήκυνση χρέους, επιμήκυνση αντίθετο, επιμήκυνση λεξικό γλώσσας ισπανικά, επιμήκυνση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • επιμένω στα ισπανικά - empeñarse, tardar, instar, insistir, insistir en, insistiendo, insisten, ...
  • επιμήκης στα ισπανικά - rectangular, oblongo, oblonga, oblongas, alargada
  • επιμελής στα ισπανικά - diligente, asiduo, solícito, diligentes, diligencia, diligentemente, con diligencia
  • επιμελούμαι στα ισπανικά - editar, servir, guardar, inclinarse, propender, redactar, vigilar, ...
Τυχαίες λέξεις
Επιμήκυνση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: elongación, alargamiento, de elongación, el alargamiento, de alargamiento