Θέσπισμα στα εσθονικά

Μετάφραση: θέσπισμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
dekreet, põhikiri, põhikirja, statuudi, põhimääruse
Θέσπισμα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θέσπισμα

κλητήριο θέσπισμα, κλητήριον θέσπισμα, θέσπισμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, θέσπισμα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • θέρμη στα εσθονικά - palavik, tulisus, kirg, ootuspalavik, palavikuhoog, kirglikkus, innukuse, ...
  • θέση στα εσθονικά - positsioon, staatus, asend, asukoht, ametikoht, olukord, olek, ...
  • θήκη στα εσθονικά - müts, juhtum, ülempiir, kinniti, kapp, pooldaja, hoidja, ...
  • θίασος στα εσθονικά - trupp, trupi, trupiga, näitetrupp, truppi
Τυχαίες λέξεις
Θέσπισμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: dekreet, põhikiri, põhikirja, statuudi, põhimääruse