Θέσπισμα στα λατινικά

Μετάφραση: θέσπισμα, Λεξικό: ελληνικά » λατινικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λατινικά
Μεταφράσεις:
consultum, decretum
Θέσπισμα στα λατινικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θέσπισμα

κλητήριο θέσπισμα, κλητήριον θέσπισμα, θέσπισμα λεξικό γλώσσας λατινικά, θέσπισμα στα λατινικά

Μεταφράσεις

  • θέση στα λατινικά - officium, locus, causa
  • θήκη στα λατινικά - causa, corona
  • θίασος στα λατινικά - vexillum
Τυχαίες λέξεις
Θέσπισμα στα λατινικά - Λεξικό: ελληνικά » λατινικά
Μεταφράσεις: consultum, decretum