Θέσπισμα στα λιθουανικά

Μετάφραση: θέσπισμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
potvarkis, įsakas, statutas, įstatymas, įstatai, statutą, statuto
Θέσπισμα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θέσπισμα

κλητήριο θέσπισμα, κλητήριον θέσπισμα, θέσπισμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, θέσπισμα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • θέρμη στα λιθουανικά - karštis, karštligė, drugys, patosas, Aistra, karštumas, Ferwor, ...
  • θέση στα λιθουανικά - vieta, būklė, padėtis, pozicija, poziciją, pozicijos
  • θήκη στα λιθουανικά - byla, kepurė, atsitikimas, linksnis, vainikas, dėžutė, atvejis, ...
  • θίασος στα λιθουανικά - kompanija, draugija, bendrovė, įmonė, trupė, trupės, kolektyvas, ...
Τυχαίες λέξεις
Θέσπισμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: potvarkis, įsakas, statutas, įstatymas, įstatai, statutą, statuto