Θέσπισμα στα τούρκικα

Μετάφραση: θέσπισμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
karar, emretmek, tüzük, kanun, tüzüğü, yasa, statü
Θέσπισμα στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θέσπισμα

κλητήριο θέσπισμα, κλητήριον θέσπισμα, θέσπισμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, θέσπισμα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • θέρμη στα τούρκικα - şevk, coşku, fervor, hararet, gayret
  • θέση στα τούρκικα - yer, durum, memuriyet, koymak, davranış, duruş, vaziyet, ...
  • θήκη στα τούρκικα - sahip, vaka, dava, doruk, zirve, kasket, tepe, ...
  • θίασος στα τούρκικα - şirket, ortaklık, tiyatro topluluğu, topluluğu, troupe, kumpanyası
Τυχαίες λέξεις
Θέσπισμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: karar, emretmek, tüzük, kanun, tüzüğü, yasa, statü