Κέντρισμα στα εσθονικά

Μετάφραση: κέντρισμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaevama, müksama, väljakaevamiskoht, kannus, spur, ergutama, kannustama, stiimul
Κέντρισμα στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κέντρισμα

κέντρωμα αμπελιού, κέντρωμα δέντρων, κέντρισμα ελιάς, κέντρισμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, κέντρισμα στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • κέλυφος στα εσθονικά - kroovima, koorima, kaun, kamar, teokarp, lüdima, mürsk, ...
  • κέντημα στα εσθονικά - kannustama, ora, tikkimine, tikand, tikandid, tikandi, Tikitud
  • κέντρο στα εσθονικά - koondama, keskmängija, keskpiirkond, kese, keskus, kesklinnas, keskel, ...
  • κέρασμα στα εσθονικά - kostitama, kohtlema, ravima, käsitlema, raviks, ravida, ravimiseks
Τυχαίες λέξεις
Κέντρισμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: kaevama, müksama, väljakaevamiskoht, kannus, spur, ergutama, kannustama, stiimul