Κέντρισμα στα λετονικά

Μετάφραση: κέντρισμα, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
aptvert, saprast, piesis, stimulēt, stimuls, spur, pamudinājums
Κέντρισμα στα λετονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κέντρισμα

κέντρωμα αμπελιού, κέντρωμα δέντρων, κέντρισμα ελιάς, κέντρισμα λεξικό γλώσσας λετονικά, κέντρισμα στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • κέλυφος στα λετονικά - iekarot, pārspēt, uzvarēt, apvalks, čaula, čaulas, shell, ...
  • κέντημα στα λετονικά - izšūšana, izšuvumi, izšūšanas, izšuvumu, izšuvums
  • κέντρο στα λετονικά - galvenais, būtība, centrs, kodols, centra, centru, centrā, ...
  • κέρασμα στα λετονικά - apstrādāt, ārstēt, sagatavot, ārstētu, ārstēšanai, pret, uzskatīt
Τυχαίες λέξεις
Κέντρισμα στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: aptvert, saprast, piesis, stimulēt, stimuls, spur, pamudinājums