Κέντρισμα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κέντρισμα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
escavação, lidar, cavar, revolver, dificuldade, esporão, espora, estímulo, spur, impulso
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέντρισμα
κέντρωμα αμπελιού, κέντρωμα δέντρων, κέντρισμα ελιάς, κέντρισμα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κέντρισμα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κέλυφος στα πορτογαλικά - tábua, prateleira, bagaço, concha, esposo, crosta, cútis, ...
- κέντημα στα πορτογαλικά - picar, preço, tabelar, bordado, para bordado, bordados, bordar, ...
- κέντρο στα πορτογαλικά - centro, centrar, centro de, center, central, centro da
- κέρασμα στα πορτογαλικά - medicar, agenciar, deleite, guloseima, acepipe, tratar, parlamentar, ...
Τυχαίες λέξεις
Κέντρισμα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: escavação, lidar, cavar, revolver, dificuldade, esporão, espora, estímulo, spur, impulso
Μεταφράσεις: escavação, lidar, cavar, revolver, dificuldade, esporão, espora, estímulo, spur, impulso