Κέντρισμα στα σουηδικά
Μετάφραση: κέντρισμα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gräva, sporre, spur, ingivelse, sporra, cylindriska
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κέντρισμα
κέντρωμα αμπελιού, κέντρωμα δέντρων, κέντρισμα ελιάς, κέντρισμα λεξικό γλώσσας σουηδικά, κέντρισμα στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κέλυφος στα σουηδικά - bombardera, granat, skrov, skala, skal, skalet, shell
- κέντημα στα σουηδικά - sting, sticka, broderi, broderier, broder, brodyr
- κέντρο στα σουηδικά - center, centrum, kärna, mitten
- κέρασμα στα σουηδικά - känslighet, behandla, behandlar, behandling, behandling av, behandlas
Τυχαίες λέξεις
Κέντρισμα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: gräva, sporre, spur, ingivelse, sporra, cylindriska
Μεταφράσεις: gräva, sporre, spur, ingivelse, sporra, cylindriska