Καβουράκι στα εσθονικά
Μετάφραση: καβουράκι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
krabi, satikas, Kavourakia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο, καβουράκι λεξικό γλώσσας εσθονικά, καβουράκι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καβγάς στα εσθονικά - riid, sõnasõda, sõudma, võitlus, võitluse, võitluses, võitlust, ...
- καβγατζής στα εσθονικά - riiakas, skandaalitseja, Brawler, Tappelupukari, joodik
- καβουρδίζω στα εσθονικά - grillima, praad, röstitud, röst, rösti, roast
- καβουρντίζω στα εσθονικά - lokkima, praadima, kähardama, põnn, grillima, röstitud, röstimata, ...
Τυχαίες λέξεις
Καβουράκι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: krabi, satikas, Kavourakia
Μεταφράσεις: krabi, satikas, Kavourakia