Καβουράκι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καβουράκι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
Kavourakia
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο, καβουράκι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καβουράκι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καβγάς στα λευκορωσικά - плаваць, барацьба, дужанне, змаганне, борьба
- καβγατζής στα λευκορωσικά - скандаліст
- καβουρδίζω στα λευκορωσικά - спякотнае, гарачае, смажаніна, смажаніну, гарачы
- καβουρντίζω στα λευκορωσικά - смажаны, смажаная, смажаную
Τυχαίες λέξεις
Καβουράκι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: Kavourakia
Μεταφράσεις: Kavourakia