Καβουράκι στα φινλανδικά
Μετάφραση: καβουράκι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
taskurapu, parjata, Kavourakia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο, καβουράκι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, καβουράκι στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- καβγάς στα φινλανδικά - kina, kiista, jupakka, tora, riita, soutaa, ketju, ...
- καβγατζής στα φινλανδικά - eripurainen, tappelupukari, Brawler, joka iskee, riitaisa, tappelupeli
- καβουρδίζω στα φινλανδικά - paistaa, paahtaa, paisti, paistettua, roast, paahdettua, paahto
- καβουρντίζω στα φινλανδικά - sintti, kalanpoikanen, paahtaa, paistaa, käristää, lapsi, rätistä, ...
Τυχαίες λέξεις
Καβουράκι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: taskurapu, parjata, Kavourakia
Μεταφράσεις: taskurapu, parjata, Kavourakia