Καβουράκι στα ισλανδικά
Μετάφραση: καβουράκι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
KAVOURAKIA
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο, καβουράκι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, καβουράκι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- καβγάς στα ισλανδικά - ys, berjast, Fight, baráttan, baráttunni, bardagi
- καβγατζής στα ισλανδικά - brawler, glaumsamur
- καβουρδίζω στα ισλανδικά - steikt, steikja
- καβουρντίζω στα ισλανδικά - ristaðar, brennt, steiktra, brenndar, rist
Τυχαίες λέξεις
Καβουράκι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: KAVOURAKIA
Μεταφράσεις: KAVOURAKIA