Καβουράκι στα πολωνικά
Μετάφραση: καβουράκι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dźwig, rak, krab, Kavourakia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο, καβουράκι λεξικό γλώσσας πολωνικά, καβουράκι στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- καβγάς στα πολωνικά - harmider, rejwach, rów, besztać, hałas, szereg, rubryka, ...
- καβγατζής στα πολωνικά - kłótliwy, czupurny, swarliwy, niezgodny, napastliwy, zadziorny, awanturnik, ...
- καβουρδίζω στα πολωνικά - pieczenie, uprażyć, piec, wyprażać, befsztyk, piekarnik, smażyć, ...
- καβουρντίζω στα πολωνικά - piec, befsztyk, pieczeń, wycier, przesmażyć, przysmażać, pieczenie, ...
Τυχαίες λέξεις
Καβουράκι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: dźwig, rak, krab, Kavourakia
Μεταφράσεις: dźwig, rak, krab, Kavourakia