Καβουράκι στα ρωσικά
Μετάφραση: καβουράκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
неудобство, неудача, вилки, рак, краб, Kavourakia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καβουράκι
καπέλα καβουράκι, καβουράκι ανδρικό, καβουράκι καπέλο, καβουράκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, καβουράκι στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- καβγάς στα ρωσικά - гам, лава, перегнать, свалка, ряд, галдеж, гвалт, ...
- καβγατζής στα ρωσικά - привязчивый, неуживчивый, придирчивый, вздорный, драчливый, бранчливый, сварливый, ...
- καβουρδίζω στα ρωσικά - прожарить, пожарить, жариться, жарить, зажаривать, жаркое, изжариться, ...
- καβουρντίζω στα ρωσικά - жарить, изжариться, прожариваться, малёк, малек, поджаривать, дожариться, ...
Τυχαίες λέξεις
Καβουράκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: неудобство, неудача, вилки, рак, краб, Kavourakia
Μεταφράσεις: неудобство, неудача, вилки, рак, краб, Kavourakia