Λοφίο στα εσθονικά
Μετάφραση: λοφίο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hari, Crest, amplituuditeguriga, harjal, lainehari
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοφίο
λοφίο λεξικό γλώσσας εσθονικά, λοφίο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- λουφάζω στα εσθονικά - hiilima, redutama, peesitama, peesitada, peesitama on, päiksevannide, bask
- λουφές στα εσθονικά - logelemine, looderdamine, tööluus
- λοφίσκος στα εσθονικά - küngas, künkake, kinguke, kinku, hillock, Kankare
- λοφοπλαγιά στα εσθονικά - nõlv, mäenõlv, Hillside, nõlval, mäenõlval, nõlvak
Τυχαίες λέξεις
Λοφίο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: hari, Crest, amplituuditeguriga, harjal, lainehari
Μεταφράσεις: hari, Crest, amplituuditeguriga, harjal, lainehari