Λοφίο στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: λοφίο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сртот, врвот, грива, ловџиите, срт
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοφίο
λοφίο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, λοφίο στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- λουφάζω στα σλαβομακεδονικά - уживаат, bask
- λουφές στα σλαβομακεδονικά - loafing
- λοφίσκος στα σλαβομακεδονικά - трупец, Могила, Комплет
- λοφοπλαγιά στα σλαβομακεδονικά - падина, ридот, падината, рид, планински
Τυχαίες λέξεις
Λοφίο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: сртот, врвот, грива, ловџиите, срт
Μεταφράσεις: сртот, врвот, грива, ловџиите, срт