Λοφίο στα ρουμανικά
Μετάφραση: λοφίο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
pană, creastă, creasta, vârf, crest, de creastă
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοφίο
λοφίο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λοφίο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- λουφάζω στα ρουμανικά - se încălzi, încălzi, bask, încălzească, se încălzească
- λουφές στα ρουμανικά - haimanalâc, inactivitate, cineva dacă lenevește în, lenevirii, cineva dacă lenevește
- λοφίσκος στα ρουμανικά - colină, movilă, măgură, muncel, grui
- λοφοπλαγιά στα ρουμανικά - coastă de deal, deal, pe deal, de deal
Τυχαίες λέξεις
Λοφίο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: pană, creastă, creasta, vârf, crest, de creastă
Μεταφράσεις: pană, creastă, creasta, vârf, crest, de creastă