Ουρλιάζω στα εσθονικά

Μετάφραση: ουρλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
uluma, huilatus, Ulvonta
Ουρλιάζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουρλιάζω

ουρλιάζω συνώνυμα, ουρλιάζω συνωνυμο, ουρλιάζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, ουρλιάζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • ουρανίσκος στα εσθονικά - maitse, suulae, On suulae, suulage, suulaelõhe
  • ουρανός στα εσθονικά - paradiis, taevas, Sky, taeva, taevast, taevasse
  • ουσία στα εσθονικά - aine, olemus, ollus, materjal, tuum, iva, ainet, ...
  • ουσιαστικά στα εσθονικά - põhiliselt, praktiliselt, tegelikult, virtuaalselt, põhiolemuselt, sisuliselt, peamiselt, ...
Τυχαίες λέξεις
Ουρλιάζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: uluma, huilatus, Ulvonta