Ουρλιάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ουρλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kaukti, klyksmas, staugti, klykti, staugimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουρλιάζω
ουρλιάζω συνώνυμα, ουρλιάζω συνωνυμο, ουρλιάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ουρλιάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ουρανίσκος στα λιθουανικά - gomurys, gomurio, gomurį, skonis, burna
- ουρανός στα λιθουανικά - dangus, rojus, Sky, dangaus, dangų
- ουσία στα λιθουανικά - esmė, branduolys, kvepalai, medžiaga, medžiagos, cheminė medžiaga, medžiagą
- ουσιαστικά στα λιθουανικά - beveik, iš esmės, esmės, esmės yra
Τυχαίες λέξεις
Ουρλιάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kaukti, klyksmas, staugti, klykti, staugimas
Μεταφράσεις: kaukti, klyksmas, staugti, klykti, staugimas