Ουρλιάζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ουρλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
скимтене
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουρλιάζω
ουρλιάζω συνώνυμα, ουρλιάζω συνωνυμο, ουρλιάζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ουρλιάζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ουρανίσκος στα σλαβομακεδονικά - непцето, непце, на непцето, непцата, вкус
- ουρανός στα σλαβομακεδονικά - небото, небо, на небото
- ουσία στα σλαβομακεδονικά - супстанција, супстанца, материја, супстанцата, супстанцијата
- ουσιαστικά στα σλαβομακεδονικά - во суштина, суштина, суштински, во основа, основа
Τυχαίες λέξεις
Ουρλιάζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: скимтене
Μεταφράσεις: скимтене