Ουρλιάζω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ουρλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выццё, вой, вый, воі, вай
Ουρλιάζω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουρλιάζω

ουρλιάζω συνώνυμα, ουρλιάζω συνωνυμο, ουρλιάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ουρλιάζω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ουρανίσκος στα λευκορωσικά - палац, неба
  • ουρανός στα λευκορωσικά - неба
  • ουσία στα λευκορωσικά - матерыя, рэчыва, рэчыва з
  • ουσιαστικά στα λευκορωσικά - па сутнасці, па істоце, па сутнасьці, па сутнасцi, істотна
Τυχαίες λέξεις
Ουρλιάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: выццё, вой, вый, воі, вай