Ουρλιάζω στα ιταλικά
Μετάφραση: ουρλιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
urlare, ululare, ululato, yowl, miagolio, ululo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ουρλιάζω
ουρλιάζω συνώνυμα, ουρλιάζω συνωνυμο, ουρλιάζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, ουρλιάζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- ουρανίσκος στα ιταλικά - palato, bocca, gusto, palati, il palato
- ουρανός στα ιταλικά - paradiso, cielo, il cielo, del cielo, sky, cielo di
- ουσία στα ιταλικά - sostanza, materia, essenza, seme, nucleo, sostanze, principio, ...
- ουσιαστικά στα ιταλικά - essenzialmente, sostanzialmente, sostanza, in sostanza
Τυχαίες λέξεις
Ουρλιάζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: urlare, ululare, ululato, yowl, miagolio, ululo
Μεταφράσεις: urlare, ululare, ululato, yowl, miagolio, ululo