Πλοίο στα εσθονικά
Μετάφραση: πλοίο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
laskma, laev, laeva, laevade, laeval, laevale
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλοίο
πλοίο ελευθέριος βενιζέλος, πλοίο ασφαλείας, πλοίο αριάδνη, πλοίο αδαμάντιος κοραής, πλοίο sewol, πλοίο λεξικό γλώσσας εσθονικά, πλοίο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πληρώνω στα εσθονικά - maksma, hüvitis, tasuma, osutama, kukrut kergendama, välja laduma, laduma, ...
- πλησιάζω στα εσθονικά - lähenemine, kõnetama, lähenema, juurdepääs, lähenemisviis, lähenemisviisi, lähenemist, ...
- πλοκάμι στα εσθονικά - kombitsatega, kombits, Tentacle, Lonkero, Tuntosarvi
- πλοκή στα εσθονικά - joonestama, väänama, krunt, maatükk, krundi, proovitüki, proovitükil
Τυχαίες λέξεις
Πλοίο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: laskma, laev, laeva, laevade, laeval, laevale
Μεταφράσεις: laskma, laev, laeva, laevade, laeval, laevale