Πλοίο στα ισλανδικά

Μετάφραση: πλοίο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skip, ílát, skipið, skipi, skipsins, skipinu
Πλοίο στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλοίο

πλοίο ελευθέριος βενιζέλος, πλοίο ασφαλείας, πλοίο αριάδνη, πλοίο αδαμάντιος κοραής, πλοίο sewol, πλοίο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πλοίο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πληρώνω στα ισλανδικά - greiða, borga, gjalda, leggja út, að leggja út, skel út, leggja út á
  • πλησιάζω στα ισλανδικά - nálgast, aðflug, nálgun, aðferð, leið
  • πλοκάμι στα ισλανδικά - tentacle
  • πλοκή στα ισλανδικά - Söguþráðurinn, lóð, söguþræði, samsæri, söguþráð
Τυχαίες λέξεις
Πλοίο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skip, ílát, skipið, skipi, skipsins, skipinu