Διαμαρτυρόμενος στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαμαρτυρόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
mótmælenda, mótmælendur, mótmælendagrafreiturinn, mótmælenda-, mótmælendakirkjunnar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαμαρτυρόμενος
διαμαρτυρόμενος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαμαρτυρόμενος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαμαρτυρία στα ισλανδικά - mótmæli, mótmæla, mótmælum, kæru, mótmælunum
- διαμαρτυρίες στα ισλανδικά - mótmæli, mótmælin, mótmælir, mótmÃ|lir, mótmælum
- διαμαρτύρομαι στα ισλανδικά - mótmæli, mótmæla, mótmælum, kæru, mótmælunum
- διαμελίζω στα ισλανδικά - kryfja, að kryfja
Τυχαίες λέξεις
Διαμαρτυρόμενος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: mótmælenda, mótmælendur, mótmælendagrafreiturinn, mótmælenda-, mótmælendakirkjunnar
Μεταφράσεις: mótmælenda, mótmælendur, mótmælendagrafreiturinn, mótmælenda-, mótmælendakirkjunnar