Διαμαρτυρόμενος στα ρουμανικά

Μετάφραση: διαμαρτυρόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
protestant, protestantă, protestante, protestanți, protestanta
Διαμαρτυρόμενος στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμαρτυρόμενος

διαμαρτυρόμενος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, διαμαρτυρόμενος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • διαμαρτυρία στα ρουμανικά - protest, de protest, semn de protest, protestul, proteste
  • διαμαρτυρίες στα ρουμανικά - protest, protestele, proteste, protestelor, proteste de
  • διαμαρτύρομαι στα ρουμανικά - protest, de protest, semn de protest, protestul, proteste
  • διαμελίζω στα ρουμανικά - diseca, disece, a diseca, disecăm, diseci
Τυχαίες λέξεις
Διαμαρτυρόμενος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: protestant, protestantă, protestante, protestanți, protestanta