Διαμαρτυρόμενος στα πολωνικά

Μετάφραση: διαμαρτυρόμενος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ewangelik, protestancki, anglikanin, protestant, ewangelicki, protestancka, protestanckie
Διαμαρτυρόμενος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαμαρτυρόμενος

διαμαρτυρόμενος λεξικό γλώσσας πολωνικά, διαμαρτυρόμενος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • διαμαρτυρία στα πολωνικά - protestować, zapewnienie, protest, protestu, protestowa, protestem, protesty
  • διαμαρτυρίες στα πολωνικά - protestować, zapewnienie, protest, protesty, protestów, protestuje, protestach
  • διαμαρτύρομαι στα πολωνικά - protest, protestować, zapewnienie, protestu, protestowa, protestem, protesty
  • διαμελίζω στα πολωνικά - rozciąć, analizować, rozcinać, analizować wnikliwie, zrobić sekcję, wnikliwie, rozłożyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαμαρτυρόμενος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ewangelik, protestancki, anglikanin, protestant, ewangelicki, protestancka, protestanckie