Δυνατός στα ισλανδικά
Μετάφραση: δυνατός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ríkur, mögulegt, hægt, mögulegt er, unnt, hægt er
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυνατός
δυνατός συνώνυμα, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός καφές, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός βήχας, δυνατός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δυνατός στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δυναμικός στα ισλανδικά - ríkur, dynamic, öflugt, breytilegt, síbreytilegt, lifandi
- δυνατά στα ισλανδικά - hátt, hástöfum, fram hátt, hátt að, Mörgum í stúkunni fannst
- δυο στα ισλανδικά - tveir, Tveggja, tvö, tveimur, tvær
- δυσάρεστος στα ισλανδικά - disagreeable
Τυχαίες λέξεις
Δυνατός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ríkur, mögulegt, hægt, mögulegt er, unnt, hægt er
Μεταφράσεις: ríkur, mögulegt, hægt, mögulegt er, unnt, hægt er