Δυνατός στα ουγγρικά
Μετάφραση: δυνατός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tekintélyes, lehetséges, lehető, lehetővé, lehet, esetleges
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δυνατός
δυνατός συνώνυμα, δυνατός πονοκέφαλος, δυνατός καφές, δυνατός πόνος στο στομάχι, δυνατός βήχας, δυνατός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δυνατός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- δυναμικός στα ουγγρικά - dinamikus, a dinamikus, dinamikai, dinamikusabb, dinamikusan
- δυνατά στα ουγγρικά - hangosan, többen, hangos, hangosabban
- δυο στα ουγγρικά - kettes, két, a két, kettő
- δυσάρεστος στα ουγγρικά - hálátlan, ellenszenves, kellemetlen, a kellemetlen, kellemetlennek, kellemetlenkedő
Τυχαίες λέξεις
Δυνατός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: tekintélyes, lehetséges, lehető, lehetővé, lehet, esetleges
Μεταφράσεις: tekintélyes, lehetséges, lehető, lehetővé, lehet, esetleges