Κλάμα στα ισλανδικά

Μετάφραση: κλάμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
grátur, gráta, kvein, hróp, neyðarkvein, hrópa
Κλάμα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλάμα

κλάμα ή κλάμα, κλάμα μπούκουρα, κλάμα μερκελ, κλάμα γαλής, κλάμα βουλή, κλάμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κλάμα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κιτρινωπός στα ισλανδικά - gulleit, gulleitt, gulleitur, gulleitar
  • κλάδος στα ισλανδικά - kvistur, kvísl, hrísla, grein, útibú, útibúið, greinin
  • κλάπα στα ισλανδικά - hjör, blinkers
  • κλάση στα ισλανδικά - bekkur, flokka, flokki, bekknum, tegund, flokks, flokkur
Τυχαίες λέξεις
Κλάμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: grátur, gráta, kvein, hróp, neyðarkvein, hrópa